Βρισκόμαστε στην Ισπανία, το Μάιο του 1945, την ημέρα της επίσημης λήξης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, με όλα τα αστυνομικά σώματα σε επιφυλακή- μην τυχόν και κάποιος τολμήσει να "γιορτάσει" το γεγονός. Ένας μεσήλικας αστυνομικός, που σιγά σιγά αποσύρεται από την καριέρα του, πρέπει να συνοδεύσει την 14χρονη Ροζίτα στο νεκροτομείο, για να αναγνωρίσει το πτώμα ενός άντρα, που φαίνεται να την βίασε δυο χρόνια πριν. Η Ροσίτα ζει σε ορφανοτροφείο που διευθύνει η κουνιάδα του αστυνομικού, καθαρίζει σπίτια αλλά και τριγυρνάει από σπίτι σε σπίτι με την εικόνα της Παναγιάς πάντα πάνω της για μικροθελήματα.
Μέσα από αυτή την κεντρική ιστορία, ο Μαρσέ μας σεργιανίζει στη μεταπολεμική Βαρκελώνη, που είναι σκληρή, ασπρόμαυρη, βασανισμένη, αποκτηνωμένη, θλιμμένη, κατεστραμμένη. Η εγκληματικότητα βρίσκεται σε έξαρση, η φτώχεια σοκάρει. Επαίτες, λαθρέμποροι, απατεώνες, ανάπηροι, άνθρωποι απελπισμένοι σε δρόμους βρώμικους από νεκρά και ζωντανά περιττώματα. Βλέπουμε την έφηβη Ροσίτα να περιφέρεται από σπίτι σε σπίτι με αγωνία, υποκύπτοντας σε ποικίλες εξυπηρετήσεις και στο όνομα της θρησκείας να αποσπά χρηματικά ποσά για να τα χορηγήσει στον "ξάδερφό" της. Όλο το βιβλίο είναι σαν ένας κινηματογραφικός φακός- είναι γεμάτο εικόνες, μιας ζωντανής- νεκρής πρωτεύουσας βουτηγμένης στη σήψη και την παράνοια.
Η Ροσίτα, μια ηρωίδα που ποτέ δε θα ξεχάσω, είναι η θλιμμένη Παναγία, που κουβαλάει πάνω της τη θρησκεία που της φόρτωσαν οι πιστοί αμαρτωλοί με σκοπό να πλουτήσουν. Είναι ένα κορίτσι που δεν το αγαπάει κανείς. Ένα υποχείριο στα χέρια του βιαστή της δυο χρόνια πριν και στα χέρια του ξαδέρφου- προστάτη της τώρα, δε θέλει να αντικρύσει το πτώμα του φερόμενου ως βιαστή της για να μην της ξυπνήσουν μνήμες αλλοτινές του παρελθόντος. (Και γιατί να το αντικρύσει; Πόσο θύμωσα με αυτή την "υποχρέωση"!) Ένα δεκατετράχρονο κορίτσι, που είναι ήδη τόσο σπαταλημένο, τόσο κακομεταχειρισμένο αλλά που στην εφηβική της ψυχή βλέπουμε την καλά κρυμμένη ελπίδα της ότι μια μέρα θα δραπετεύσει από όλα αυτά.
Ο αστυνόμος είναι ένας θλιμμένος, παρατημένος άνθρωπος, ρημαγμένος από τα βιώματά του που σαν εφιάλτες έχουν στοιχειώσει τη σκέψη του. Δεν ελπίζει σε τίποτα, δεν περιμένει τίποτα, μόνο το θάνατο να τον λυτρώσει.
Είναι κάποια βιβλία που σου γρατζουνάνε τόσο την ψυχή, που δεν τα ξεχνάς ποτέ. Είναι ένα σφίξιμο στο στομάχι, μια τοιχογραφία της εποχής, μια καταγγελία του αδυσώπητου φρανκικού καθεστώτος και του πολέμου που αφάνισε την ανθρωπιά, την ελπίδα, την αξιοπρέπεια, τη ζωή. Και πόσο ένιωσα να ευγνωμωνώ το συγγραφέα για αυτό το σεργιάνι σ αυτόν τον σκοτεινό και πονεμένο κόσμο.
"Η λογοτεχνία είναι ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τη ζωή".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου