Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Χρίστος Κυθρεώτης- Εκεί που ζούμε

«Δεν είναι μόνο τη στιγμή του θανάτου μας – σχεδόν κάθε στιγμή όλη η ζωή περνάει μπροστά από τα μάτια μας, αφού μάλλον δεν υπάρχει ούτε μια μέρα στη διάρκεια της οποίας να μη σκεφτόμαστε, έστω στιγμιαία, όλα τα πράγματα που έχουμε κάνει ή όλους τους ανθρώπους που έχουμε γνωρίσει – όσους έχουν χαθεί για πάντα και όσους με κάποιον τρόπο μπλέκονται ακόμα στα πόδια μας».

Το παραπάνω απόσπασμα είναι το πλέον αντιπροσωπευτικό του βιβλίου, καθώς στο μυθιστόρημα του Κυθρεώτη ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον εσωτερικό  μονόλογο του Αντώνη Σπετσιώτη, ενός άντρα δικηγόρου κοντά στα 40, στην Ελλάδα της κρίσης και παρακολουθουμε μια μέρα από τη ζωή του και τα γεγονοτα που λαμβάνουν χώρα σ αυτή.

 Είναι ένα εξαιρετικό, βαθύ, διεισδυτικό βιβλίο, που μέσα στην απλότητα της πλοκής, κρύβεται ένας ολόκληρος κόσμος: οι σκέψεις, τα συναισθήματα, οι μνήμες του Αντώνη, που οι γονείς του είναι χωρισμένοι και, με τους οποίους κρατάει μάλλον τυπικές σχέσεις και πολλά ανείπωτα λόγια μέσα του, με μια αδερφή που και πάλι κρατάει μια απόσταση, δυο σχέσεις ερωτικές στο ενεργητικό του και ένα παρόν αβέβαιο, που μπλέκεται με το παρελθόν, τις επιλογές του, το μέλλον.


Όλα ξεκινάνε το ξημέρωμα της 20ης Ιουνίου 2014 για να τελειώσουν το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας- του θερινού ηλιοστασίου. Ο Αντώνης έχει μια μέρα γεμάτη υποχρεώσεις: να βοηθήσει τον πατέρα του στη μεταφορά ενός γεωτρυπάνου, να συναντήσει την πρώην κοπέλα του, νυν παντρεμένη με παιδί που έχει αποφασίσει να χωρίσει, να παραστεί σε μια δίκη για την υπεράσπιση μιας μεσήλικης γυναίκας που έπεσε θύμα παραπλάνησης ενός ινστιτούτου αδυνατίσματος και στο τέλος της μέρας να παραστεί σε ένα πάρτυ μιας άλλης πρώην κοπέλας του σε ένα μπαρ στο κέντρο της Αθήνας.


Ο Αντώνης είναι ένας έξυπνος και πολυδιάστατος άνθρωπος της γενιάς μας, παγιδευμένος σε μια δουλειά που έχει δυσκολίες αλλά που ταυτόχρονα του έχει δώσει τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με πολλούς ανθρώπους και τελικά να διευρύνει την ενσυναίσθησή του. Μοιάζει ολίγον χαμένος και παρατηρητής της ζωής του. Ανήκει στους ανθρώπους που περνάνε απαρατήρητοι, που οι άλλοι πιστεύουν πως τα γεγονότα δεν τους αγγίζουν και πολύ αλλά που έχει μια τρομερά καθαρή ματιά και διευσδύει βαθειά μέσα σε όποιον άνθρωπο σχετίζεται- δε μένει στο περιτύλιγμα, γνωρίζει ποιος είναι ποιος, αγαπάει και νοιάζεται αληθινά αλλά κρατάει και τις αποστάσεις του. 

"Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζουμε όλοι μας τελικά είναι η δυσκολία να πούμε τελικά την ιστορία, όσο ηλίθιους, έξυπνους, κακούς, βαρετούς ή αστείους μας κάνει να φαινόμαστε ...  Όταν βλέπω στο δρόμο κάποιον τύπο με κουρελιασμένα ρούχα, καθισμένο σταυροπόδι σε ένα αυτοσχέδιο κατάλυμα από κουβέρτες και χαρτόνια, να καπνίζει και να κοιτάζει το κενό, πέρα από όλες τις προφανείς εξηγήσεις, αυτό που βασικά βλέπω είναι ότι απέτυχε να πει την ιστορία."

Οι ήχοι και οι εικόνες της Ελλάδας της κρίσης πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα. Αυτό όμως που το ξεχωρίζει, είναι η αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα, η αλήθεια, η καθαρότητα και το βάθος. Ο Αντώνης ψάχνει να βρει τον εαυτό του και ακούει τη φωνή του, άλλοτε διαστακτική, άλλοτε ξεκάθαρη, άλλοτε ψιθυριστή και άλλοτε βροντερή. Η αφήγηση του Κυθρεώτη είναι ρέουσα, ο ρυθμός δε χάνεται ούτε στιγμή.

"Δεν πιστεύω πως υπάρχει έρωτας με την πρώτη ματιά, εκτός κι αν με αυτό εννοούμε ότι ερωτευόμαστε τα πράγματα που βλέπουμε για πρώτη φορά, ερωτευόμαστε δηλαδή τα ενδεχόμενα που περικλείουν, άσχετα με το αν το συνειδητοποιούμε ή όχι- υπάρχουν ωστόσο κάποιες φορές που συναντάμε κάποιον και μια έκλαμψη διορατικότητας μας αποκαλύπτει ένα μεγάλο κομμάτι του μέλλοντος, όλων όσα πρόκειται να συμβούν, και η εικόνα αυτή είναι τόσο ζωντανή ώστε αποφασίζουμε να τη μετατρέψουμε σε πραγματικότητα και να παίξουμε λίγο μαζί της."

Πότε ωριμάζουμε- αν ωριμάζουμε, πότε είμαστε σε θέση να αποφασίσουμε για τη ζωή μας, πόσο μετέωροι νιώθουμε σε κάθε βήμα μας, πως θα μάθουμε να παίζουμε σωστά την παρτίδα ώστε να μπορούμε με βεβαιότητα να προβλέψουμε τη σκακιέρα μετά την κίνηση μας, πως ματαιωνόμαστε, πως σχετιζόμαστε, ποιος κινεί τα νήματα, τί είναι ο χρόνος, πως μπλεκόμαστε στα πλοκάμια του και τελικά η ζωή τί είναι- μια δίνη που μας ρουφάει μέσα της, που διαρκώς μας ματαιώνει, που άλλα ονειρευόμασταν και άλλα τελικά μας φέρνει, που τις πιο σημαντικές αποφάσεις της ζωή μας τις παίρνουμε σε νεαρή ηλικία προσδοκώντας ότι κοντά στη μέση ηλικία θα έχουμε πετύχει πράγματα- και τελικά όταν έρχεται η ώρα ίσως έχουμε μια συγκεχυμένη αίσθηση- πετύχαμε ή αποτύχαμε;

Tί σχέση έχουμε με τους γονείς μας, πως επικοινωνούμε, τί μπορούμε και τί δεν μπορούμε να τους πούμε, πόσο τους αφήνουμε να μας επηρεάσουν και πόσο ασυνείδητα μας καθορίζουν, τί άμυνες βάζουμε απέναντί τους προκειμένου να ζήσουμε τη δική μας ζωή.

Πως σχετιζόμαστε με τους γύρω μας, ερωτευόμαστε και αλλάζουμε- όχι από διάθεση παραπλάνης, αλλά από αυθόρμητη επιθυμία να αρέσουμε στον άλλο περισσότερο. Και μετά ξε-ερωτευόμαστε. Και τότε πού είμαστε? Που είναι ο εαυτός μας? Τί γίνεται ο άλλος? Αυτά που μοιράστηκες είναι εκεί? Ή πεθαίνουν και πρέπει να τα θάψεις και να φύγεις? Και πόσες απώλειες μπορείς να αντέξεις στη ζωή σου? Πόσες σχέσεις? Πόσα νέα ξεκινήματα και πόσα "αυτή τη φορά δε θα κάνω το ίδιο λάθος"?
Επικοινωνία υπάρχει? Λέμε αλήθειες? Πόσο σπάνια? Και τί λεμε? Αυτό που αντέχει ο άλλος, αυτό που αντέχουμε εμείς, που αποφεύγουμε να δούμε τί αισθανόμαστε και να το εκφράσουμε.

Κοιτάς πίσω και νομίζεις ότι άφησες έναν ανόητο και ανώριμο εαυτό- αλλά στην πραγματικότητα αυτό που ήσουνα το φέρεις μαζί σου την κάθε στιγμή.
Πόσο έτοιμοι είμαστε για αποφάσεις- όταν δεν ξέρουμε όλο το φάσμα, πως να προβλέψεις τί αγαπάς, τί σου ταιριάζει και αν μπορείς να το αντέξεις να σε εκφράζει για χρόνια.



Έχω διαβάσει αρκετά βιβλία, βιβλία που με έχουν ταξιδέψει κι άλλα που με έχουνε απογοητεύσει. Ωστόσο γι αυτό το βιβλίο ένιωσα μέσα μου τη δική μου φωνή να λέει "Αν καταφέρω και γράψω ποτέ κάτι ολοκληρωμένο, θα ήθελα να είναι σαν αυτό".



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου